Γεώργιος Μόσχος (1906-1990)

Γεώργ. Μόσχος

     Ο Γεώργιος Μόσχος γεννήθηκε στην Αλεξ/πολη το 1906, από τον  Μιχάλη και την Άρτεμη Μόσχου.
Ο πατέρας του,  ήταν επιτυχημένος επαγγελματίας –υφασματοπώλης- στην Μάκρη που μέχρι του 1913 ήταν ακμάζουσα κωμόπολη και οι κάτοικοι της ευημερούσαν, επιδιδόμενοι στην ελαιοκομία, αλιεία, λαχανοκηπουρική και αιγοτροφία. Στὶς 30-6-1913, ημέρα των Αγίων Αποστόλων ο Μιχάλης Μόσχος απήχθη από τους Βουλγάρους μαζί με όλους τους άνω των 20 ετών άρρενες κατοίκους της Μάκρης. Όταν έφθασαν πεζοί στο Δεδέαγατς, ο Γάλλος Πρόξενος κατόρθωσε να τον απαλλάξει της ομηρίας και ακολούθως κρυφά τον φυγάδευσε στο Παρίσι, όπου από ετών ήταν εγκατεστημένος ο αδελφός του Χρήστος Μόσχος, ιατρός, με τον οποίον ο Πρόξενος είχε γνωριμία.

     Μετά παραμονή ολίγων μηνών στο Παρίσι, ο πατέρας του Γεωργίου Μόσχου επέστρεψε στο Βόλο, όπου είχε προσφύγει η οικογένεια του. Εκεί παρέμεινε εργαζόμενος μέχρι του θανάτου του το 1918.
Ορφανός από πατέρα ο μικρός Γιώργος, μόλις τα Γαλλικά στρατεύματα κατέλαβαν τη Θράκη, επέστρεψε με τη μητέρα του και τα τρία μικρότερα αδέλφια του στο Δεδέαγατς, στο σπίτι τους, που ήταν απέναντι από το Ναό του Αγίου Νικολάου, επί της οδού Κων. Παλαιολόγου. Εκεί, με δάσκαλο τον Αθανάσιο Σπανό τελείωσε στο σχολικό έτος 1919 – 1920 το Δημοτικό Σχολείο. Ακολούθως εγκαταστάθηκε στη Θεσ/νίκη κοντά στο θείο του Βασίλη Μόσχου και εργαζόμενος στο Εκτελωνιστικό Γραφείο του, φοιτούσε και στο Γυμνάσιο.

   Μετά την εκπλήρωση της στρατιωτικής του θητείας, έχων επίγνωση της καλλιτεχνικής του ροπής και έφεσης και κατά σύσταση ενός καλού του φίλου, που είχε διαπιστώσει και αυτός το ταλέντο του προς τη ζωγραφική, πήγε στην Αθήνα για να φοιτήσει στη Σχολή Καλών Τεχνών εργαζόμενος. Επειδή όμως δεν εύρισκε κατάλληλη εργασία για να μπορεί να παρακολουθεί και τα μαθήματα της Σχολής, φοίτησε επί 6/μηνο στη Σχολή Αστυνομίας πόλεων της Κέρκυρας και ακολούθως διορίστηκε ως αστυφύλακας στην Αθήνα, οπότε ύστερα από επιτυχείς εξετάσεις  το 1928, εγγράφηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών. Το 1931 όταν ολοκλήρωσε τις προκαταρκτικές σπουδές του στη Σχολή, μπήκε στο εργαστήριο ζωγραφικής του διάσημου καθηγητή Κωνσταντίνου Παρθένη και στο εργαστήριο χαρακτικής του Γιάννη Κεφαλληνού μέχρι το 1935. Ακολούθως, πήγε στο Παρίσι και στο Λονδίνο για δίμηνες επιμορφώσεις τα έτη 1937 και 1951.

     Σταδιοδρόμησε σαν καθηγητής σχεδίου και διακοσμητικής στη Παπαστράτειο Σχολή (1939 – 1954), στο Κολλέγιο Θηλέων Ελληνικού (1952 – 1961) και (1967 – 1973) και στο Κολλέγιο «ΑΝΑΤΟΛΙΑ» της Θεσ/νίκης (1962 – 1966).
Το 1956 δημοσίευσε μελέτη για τις μέθοδες της Χαρακτικής με τον τίτλο «ΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗΣ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ».


Οργάνωσε τρεις ατομικές εκθέσεις:


1950 Θεσ/νίκη ζωγραφική και χαρακτική.
1960 Καβάλα χαρακτική.
1978 Αλεξανδρούπολη ζωγραφική και χαρακτική.

     Συμμετείχε σε πάμπολλες ομαδικές εκθέσεις και εκδηλώσεις, που οργάνωσαν οι Καλλιτεχνικές Ομάδες «ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ», «ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ» και «ΣΤΑΘΜΗ», των οποίων υπήρξε ενεργό μέλος από του 1935, τόσο στο Εσωτερικό, όσο και στο Εξωτερικό σε διεθνείς εκθέσεις και δη στις πόλεις Παρίσι, Λειψία και Άαχεν, Γενεύη, Ζυρίχη και Λουγκάνο, Λύντς, Πράγα και Κόζιτσε, Όσλο, Στοκχόλμη και Ελσίνκι, Βουκουρέστι, Λιουπλιάνα, Α’ Μπιενάλε Αλεξανδρείας, Δ’ Μπιενάλε Σάο Πάολο, Σαντιάγκο, Μπουένος Αίρες, Καμερούν και υπερωκεάνιο «ΟΛΥΜΠΙΑ».

Γ. Μόσχος. Σκυριανή κανάτα 1939
Σκυριανή κανάτα, ξυλογραφία 1939. Δημοτική Πινακοθήκη Ιωανίννων

Έλαβε βραβεία και επαίνους:

1935 Βραβείο Χαρακτικής και έπαινο Ζωγραφικής της Α.Σ.Κ.Τ.
1937 Χάλκινο μετάλλιο Χαρακτικής στη Διεθνή Έκθεση Παρισιού.
1948 Χάλκινο Βραβείο στη Γ Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση.
1955 Γ’ βραβείο στην Α’ Μπιενάλε Αλεξανδρείας.

     Έργα του υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, στην Πινακοθήκη Ιωαννίνων, στην Πινακοθήκη Ρόδου, στο Υπουργείο Παιδείας, στηνΠινακοθήκη Κόζιτσε Τσεχοσλοβακίας, στην Εθνική βιβλιοθήκη του Παρισιού, στη Βιβλιοθήκη της Βοστώνης καθώς και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές.
Επίσης φιλοτέχνησε το πορτραίτο του Βασιλέως Αλεξάνδρου, το οποίο κοσμούσε το Γραφείο του Δημάρχου Αλεξ/πόλεως Κων. Αλτιναλμάζη κατά την 10τία του 1930 μέχρι της 6.4.1941, που καταλήφθηκε η Αλεξ/πολη από τους Γερμανούς, έπειτα από τους Βουλγάρους, από τους οποίους και καταστράφηκε.

     Η εργασία όμως, που ανέδειξε τον Γ. Μόσχο ως ένα από τους καταξιωμένους Έλληνες καλλιτέχνες, είναι η επίδοση του στη Χαρακτική και δη οι 21 ξυλογραφίες με τα 20 Μοναστήρια του Αγίου Όρους και της πύλης του του Πρωτάτου. Επισκέφθηκε πολλές φορές το Άγιον Όρος για να καταρτίσει τα σχέδια και χρειάστηκε επταετής συνεχής και κοπιαστική δουλειά για να μεταφέρει στο ξύλο τα αγιορείτικα αυτά σχέδια.

     Η Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου για να τιμήσει τον καλλιτέχνη και να προβάλει το έργο του αυτό με την ευκαιρία συμπλήρωσης 50 χρόνων (1931 – 1981) δημιουργικής εργασίας του, επιμελήθηκε και εξέδωσε το 1982 πολυτελές λεύκωμα, στο πρόλογο του οποίου ο διευθυντής της κ. Δημήτρης Παπαστάμος, εκθειάζει το έργο του καλλιτέχνη, τον οποίο συγκινούσε πάντα η ελληνική φύση, η ζωή της υπαίθρου και η θάλασσα και απ’ αυτά αντλούσε τα θέματα του και καταλήγει συμπληρώνοντας ότι είναι το έργο ενός ανθρώπου ταπεινού και εργατικού, που όμως η απλότητα του αποδεικνύεται σοφία. Στο ίδιο λεύκωμα και ο Γεώργιος Μουρέλος, καθηγητής αισθητικής στο Πανεπιστήμιο Θεσ/νίκης γράφει «Δε διστάζω να πω ότι η αγιορείτικη εργασία του Γ. Μόσχου, η μεστή από χαρακτική σοφία και συνθετική ικανότητα είναι δουλειά μοναδική στο είδος της, που επιβάλλεται από τη πρώτη στιγμή.

Γεώργιος Μόσχος     Η Ακαδημία Αθηνών εκτιμώντας το έργο των 21 ξυλογραφιών των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους στην πανηγυρική συνεδρίασή της της 3.12.1983 βράβευσε τον Γ. Μόσχο, στον οποίον το βραβείο επέδωσε ο τότε και νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κων. Καραμανλής.
Ο Γεώργιος Μόσχος πρόσφερε πολλές και πολύτιμες υπηρεσίες στο Δήμο της πόλης μας, που αγάπησε υπερβολικά και ιδιαίτερα κατά τον εορτασμό των 100/χρονων από της ίδρυσης της (1878 – 1978), γι’ αυτό και του απένειμε το αργυρό μετάλλιο της πόλεως.

     Αν και μόνιμος κάτοικος Αθηνών, σαν μεγάλος φυσιολάτρης, από το 1951 μέχρι του θανάτου του προτιμούσε από την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο κάθε χρόνου να περνά τη ζωή του στο μικρό σπιτάκι του στη Μάκρη, όπου στο ήρεμο, το γαλήνιο και δροσερό περιβάλλον, μακριά από το θόρυβο, τη ζέστη και το νέφος της Αθήνας, μπορούσε να εργασθεί άνετα, ήρεμα και κατά συνέπειαν με μεγάλη και ικανοποιητική απόδοση εργασίας.

Βιβιογραφία

Πηγή πληροφοριών, το έργο του Αθανασίου Κρίτου «Αλεξανδρούπολη – Η εκατόχρονη ιστορία της (1878-1978)», το οποίο εκδόθηκε στην Αλεξανδρούπολη το 1995.

Η εικόνα του μεγάλου Θράκας Γεωργίου Μόσχοςυ, είναι από το αξιόλογο ιστολόγιο  http://ordoumpozanis-teo.blogspot.gr/2012/04/blog-post.html
This entry was posted in Ιούνιος, Πρόσωπα, Χρονολόγιο and tagged . Bookmark the permalink.

1 Responses to Γεώργιος Μόσχος (1906-1990)

  1. Παράθεμα: ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ – 30 ΙΟΥΝΙΟΥ | Ἑλληνοϊστορεῖν

Σχολιάστε